Ο αρχαιολογικός χώρος Ορράου βρίσκεται στον απότομο λόφο Καστρί του ομώνυμου οικισμού, ανάμεσα στα χωριά Αμμότοπος και Γυμνότοπος στα σύνορα των νομών Άρτας και Πρεβέζας. Εκεί έχει εντοπιστεί και ανασκαφεί αρχαίος περιτειχισμένος οικισμός, μια πολίχνη φρουριακού χαρακτήρα, η οποία ιδρύθηκε από τους Μολοσσούς το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ. Η επιλογή της γεωγραφικής αυτής θέσης, έγινε, αφενός για τον έλεγχο του εμπορικού διαύλου επικοινωνίας με την νότια Ελλάδα και αφετέρου για την φύλαξη του σημαντικού αυτού περάσματος.
Ο οικισμός διέθετε τείχος μήκους 750μ., το οποίο περιέκλειε 100 περίπου σπίτια, όπου διέμεναν 1500-2000 άτομα. Τα ερείπια των σπιτιών σώζονται σε εντυπωσιακά καλή κατάσταση, σε πολλά σώζονται και οι τοίχοι του πάνω ορόφου. Πρόκειται για ευρύχωρα σπίτια (εμβαδού 270 τ.μ. στον τύπο της αγροικίας, εξολοκλήρου λιθόκτιστα με ισοδομική τοιχοποιία από ντόπιο ασβεστόλιθο. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το “Σπίτι 1”, όπως ονομάζεται συμβολικά, του οποίου οι τοίχοι σώζονται σε ύψος 5-7μ.
Το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι ισοπέδωσαν ολοσχερώς τα τείχη του οικισμού, σε αντίποινα στην αντίσταση της πόλης στις ρωμαϊκές λεγεώνες του Ανίκιου. Ο οικισμός ,ωστόσο, επέζησε ως το 31π.Χ., οπότε οι κάτοικοι του υποχρεώθηκαν να μετατοπιστούν στην Νικόπολη, που ίδρυσε ο Οκταβιανός Αύγουστος σε ανάμνηση της νίκης στο Άκτιο.